μπαλιά

μπαλιά
η
το χτύπημα της μπάλας: Από μια κακή μπαλιά κρίθηκε το αποτέλεσμα του αγώνα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μπαλιά — η [μπάλα] 1. βολή σφαίρας πυροβόλου όπλου 2. πλήγμα από σφαίρα 3. το λάκτισμα ή το χτύπημα τής μπάλας σε αντίστοιχη αθλοπαιδιά και η τροχιά που διαγράφει η μπάλα («έστειλε μια καλή μπαλιά και έτσι σημείωσε γκολ») 4. χτύπημα από μπάλα («μού ήλθε… …   Dictionary of Greek

  • μπαλοτιά — και μπαλωτιά, η (Μ μπαλοτιά) 1. πυροβολισμός 2. πλήγμα από σφαίρα πυροβόλου όπλου νεοελλ. ταυτόχρονη ριπή από πολλά όπλα μαζί, ομοβροντία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μπαλότα (< ιταλ. ballotta) + κατάλ. ιά (πρβλ. μπάλα: μπαλιά). Ο τ. μπαλωτιά κατ επίδρασιν… …   Dictionary of Greek

  • σερβίς — το, Ν άκλ. (ξεν. λ.) (αθλ.) (ιδίως στο βόλεΰ, στο τένις και στο πινγκ πονγκ) η πρώτη βολή τής μπάλας, η πρώτη μπαλιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. service < servir (βλ. λ. σερβίρω)] …   Dictionary of Greek

  • ψηλοκρεμαστός — ή, ό και ψηλοκρέμαστος, η, ο, Ν 1. αυτός που κρέμεται από ψηλά 2. (για πρόσ.) ειρων. ψηλός και άκομψος, άχαρος 3. (για βολή) αυτός που ρίχνεται ψηλά για να πετύχει τον στόχο («ψηλοκρεμαστή μπαλιά»). επίρρ... ψηλοκρεμαστά Ν με τρόπο ώστε να πέσει… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • μπάλιος, -ια, -ιο — (λ. αλβαν.) (για πρόβατα), που έχει άσπρο κεφάλι: Χάσαμε μια μπάλια προβατίνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τραβέρσα — η (λ. ιταλ.) 1. μικρό δοκάρι που συνδέει δοκάρια και ιδίως το καθένα από τα μικρά δοκάρια όπου στερεώνονται οι σιδηροτροχιές. 2. μακρινή διαγώνια μπαλιά χαμηλού ύψους στο ποδόσφαιρο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”